Όταν ανοίξαμε τη σαμπάνια, μέρα μεσημέρι και μετά το τέλος της αξιολόγησης, αισθάνθηκα, εκεί, μες στη μέση της Χάγης, περήφανη με έναν πολύ περίεργο τρόπο.
Travels
Στο Τροντχάιμ Β’
Στο Τροντχάιμ Α’
Στο Μπουραζάνι
Η καινούργια γέφυρα προς το Μπουραζάνι, 12 χλμ από την Κόνιτσα προς την Αλβανία, κατασκευάστηκε προ διετίας. Εγώ πάντα θα θυμάμαι την παλιά: εκεί που χάθηκε ο Νίκος στα 16 του, εκεί που περπατούσαμε στα εννιά μου με τον πατέρα μου και τραγουδούσαμε μαζί κατασκηνωτικά τραγούδια παράφωνα.
Ο Αώος με το περήφανο όνομα ρέει προς την Αλβανία. Τον αγαπώ περισσότερο από το διάσημο Βοϊδομάτη, κι έχω βουτήξει δύο φορές. Τη μία κρύωσα τόσο που χρειάστηκα δύο τσίπουρα μονορούφι για να συνέλθω.
Στο ξενοδοχείο στο Μπουραζάνι έμαθε ο αδερφός μου κολύμπι στη βάθρα με το παγωμένο νερό, καθώς ο μακαρίτης ο κύριος Νάσος μας έλεγε ότι ο παππούς μας πολέμησε τους Ιταλούς σαν πραγματικός ήρωας. Ο παππούς ο Γιάννης, που αύριο θα γιόρταζε, δεν μας μίλησε ποτέ για το πώς κράτησε τη γέφυρα της Μέρτζανης, για το πώς, εκείνο το πρωί, όταν έλιωσε το χιόνι, κατάλαβε ότι είχε κοιμηθεί πάνω σε πτώματα.
Η Κόνιτσα ήταν για μένα πάντα ένα μυστήριο. Πέτρινη, μελαγχολική, κάποτε βρεθήκαμε εκεί σε μία συναυλία του Σαββόπουλου και είδα τη μητέρα μου να δακρύζει κοιτάζοντας τα βουνά. Ήμουν πολύ μικρή για να καταλάβω τότε.
Η διαδρομή μέχρι τη Μονή της Μολυβδοσκέπαστης, ακριβώς πάνω από το συνοριακό σταθμό παρακολουθεί τον Αώο κατά πόδας, μέχρι εκείνος να συναντήσει το Σαραντάπορο.
Στη Μονή, η κατάνυξη δεν είναι μόνο θρησκευτική. Είναι ακριτική, είναι μία υπόκλιση στη φύση, την απόσταση, τα σύνορα που, τελικά, είναι μόνο στο μυαλό.
Τόσο χυμένο αίμα, τόσες ζωές χαμένες. Στο Μολύβι, το τελευταίο, πέτρινο χωριό πριν το σύνορο, κάθε σπίτι είχε τη δική του πινακίδα. Κανένα από τα παιδιά δεν ήταν πάνω από τριάντα.
Αυτές τις ημέρες το χορτάρι είναι πράσινο, μια αμυδρή υπόσχεση άνοιξης.
Το Άμστερνταμ αλλιώς
Αυτή τη φορά όλα ήταν διαφορετικά
Δηλαδή, ήταν όλα διαφορετικά αλλά και ακριβώς τα ίδια. Έμενα στο ίδιο κανάλι. Μόνο που αυτή τη φορά το χειμωνιάτικο φως το έντυνε αλλιώς.
Το ξενοδοχείο-σπίτι μακριά από το σπίτι, αυτή τη φορά μου έδωσε ένα από τα ωραιότερα δωμάτια: μία σοφίτα με τις αμυγδαλιές του Βαν Γκόγκ.
Για πρώτη φορά δεν παραπονέθηκα για το πρωινό ξύπνημα: το χάραμα από το παράθυρό μου ήταν απερίγραπτο.
Άρχισα να παρατηρώ τις λεπτομέρειες: Τις σκεπές της γειτονιάς.
Τα φθινοπωρινά φύλλα, τα ποδήλατα, τα ξανθά μωρά, μία νόστιμη σούπα κολοκύθα, μία δυνατή μπύρα.
Για πρώτη φορά αποδέχτηκα με χαρά έναν καλό λόγο για τη δουλειά μου. Δεν κούνησα, όπως πάντα, το κεφάλι ντροπαλά με μετριοπάθεια. Κοίταξα το συνάδερφο στα μάτια και είπα ευχαριστώ.
Περπατούσα στους δρόμους κι έπαιρνα τις πιο απρόβλεπτες φωτογραφίες.
Μπαίνοντας στο Rijksmuseum το πρώτο που έκανα δεν ήταν να στρέψω την κάμερα προς τα αριστουργήματα της ευρωπαϊκής τέχνης. Προτίμησα έναν όμορφο άντρα.
Η είσοδος του μουσείου μου θύμισε τους Παγοδρόμους του Χέντρικ Άβερκαμπ.
Αυτή τη στιγμή κάθομαι στο καφέ του μουσείου, η δουλειά έχει τελειώσει, κι αναρωτιέμαι τι να ήταν αυτό που άλλαξε τα πάντα. Μπορεί να ήταν η Φέρλε που ταξίδεψε από την Αμβέρσα μόνο και μόνο για να φάμε μαζί εδώ προχτές. Ίσως, πάλι, να ήταν το δώρο που μου άφησε κρυφά η Πέτρα σε ένα ντουλάπι πριν φύγει για ένα μήνα στη Ρουάντα. Μπορεί να ήταν και ο Τιμ, που μόλις με είδε ξαφνικά μπροστά του πετάχτηκε γελαστός από την καρέκλα. Ή ο Άλιστερ, που μου δίνει πάντα όλο το κουράγιο να συνεχίσω.
Νομίζω πως αυτό είναι. Δεν είναι η πόλη, που πάντα είναι υπέροχη. Δεν είναι η δουλειά, που πάντα έχει ενδιαφέρον.
Οι άνθρωποι είναι, που τόσο μακριά, τόσο αραιά, τόσο πιεσμένα, καταφέρνουν πάντα να κάνουν τη διαφορά.
Στο Göteborg
Δεν ξέρω τι περίμενα να δω, αλλά η πόλη δεν με εντυπωσίασε· ίσως ήταν το όνομά της. Göteborg, που μου θύμιζε Gothicborg. Δεν έχει τίποτα γοτθικό. Δεν έχει καν τίποτα που να θυμίζει την Κοπεγχάγη.
Τα κτήρια της γειτονιάς μου, σε μία απότομη ανηφόρα κοντά στο πανεπιστήμιο, μου έφεραν στο νου την Πράγα και το Ταλίν. Ανατολικοευρωπαϊκή αρχιτεκτονική, ή και βαλτική, όπως λένε οι γνωρίζοντες.
Σε αντίθεση με τα κτήρια, η φύση οργίαζε. Ξέφρενα φθινοπωρινά χρώματα παντού.
Ο κεντρικός δρόμος της πόλης λέγεται Avenyn, δηλαδή Λεωφόρος. Βρήκα ανέμπνευστο τόσο το όνομα, όσο και το δρόμο.
Βέβαια, στους παραδρόμους και στα κανάλια τα πράγματα γίνονταν λίγο πιο ενδιαφέροντα.
Το άγαλμα του Ποσειδώνα μπροστά στην Πινακοθήκη ήταν άσχημο. «Μα είναι δυνατόν να τον κάνουν τόσο άσχημο;» Ρώτησα τον Stefan, ο οποίος γεννήθηκε και μεγάλωσε σε ένα από τα νησιά του αρχιπελάγους. «Ναι! Και μάλιστα ενώ ήθελαν να τον κάνουν larger than life, αποφάσισαν πως το πέος του έπρεπε να είναι μικρό για να μην ταράζει τα χρηστά ήθη. Ήλπιζαν επίσης ότι, αφού έπρεπε να τον κάνουν γυμνό, ο κόσμος θα επικεντρωνόταν στο μεγάλο ψάρι που κρατάει, κι όχι αλλού». Σκέφτηκα πως το πέτυχαν.
Παρά τη μικρή του αναπηρία, το άγαλμα του Ποσειδώνα ενέπνευσε την ετικέτα μίας εξαιρετικής τοπικής μπύρας.
Πριν τη Σχολή Ανθρωπιστικών Σπουδών του Πανεπιστημίου, μία μυστηριώδης σπηλιά με διπλοκλειδωμένη είσοδο. Η φαντασία μου κάλπασε. Τι κρύβεται εκειμέσα; Σπάνια χειρόγραφα; Πολύτιμες περγαμηνές; Ή μήπως είναι η κατοικία ενός αιωνόβιου σοφού καθηγητή Ιστορίας, ο οποίος βγαίνει κάθε πενήντα χρόνια για μία και μοναδική διάλεξη;
Το Πανεπιστήμιο είναι απλό και όμορφο.
Το κλιμακοστάσιο με εντυπωσίασε πολύ. Μου θύμισε παιδικό σταθμό και μουσείο μοντέρνας τέχνης συνάμα.
Στο Universeum, το μεαλύτερο μουσείο Φυσικής Ιστορίας της Σκανδιναβίας, ένα ζευγάρι φλέρταρε μπροστά στους καρχαρίες.
Δύο παιδάκια παρατηρούσαν τα ποταμίσια ψάρια της βορείου Σουηδίας…
… ενώ εγώ έκανα στατικό ποδήλατο με συνθήκες έλλειψης βαρύτητας…
… για να κάψω το καρπάτσιο ταράνδου που έφαγα χθες, καθώς αναρωτιόμουν γιατί οι Σουηδοί βάζουν σε όλα τους τα πιάτα βατόμουρα.
Και καθώς μέσα στο δάσος του Αμαζονίου ένας κίτρινος δηλητηριώδης βάτραχος με κοίταζε στα μάτια…
… συνειδητοποίησα πως έφτασε η ώρα να επιστρέψω στη φτωχότερη πλην όμως μακράν ομορφότερη πόλη μου.
Δεν έκανα ταξίδια μακρινά
Ώρες-ώρες σκέφτομαι πως πολλά πράγματα μου συμβαίνουν ετεροχρονισμένα. Πως στη δική μου τη ζωή ορισμένα πράγματα λειτουργούν με το δικό τους χρόνο.
I remember you well in the Chelsea Hotel
Το συνειδητοποίησα αυτές τις ημέρες, που πρόκειται να ταξιδέψω σε μέρη που δεν έχω ξαναπάει: Όταν επιστρέφω στα ίδια μακρινά μέρη, όταν αφήνω το σπίτι και τους δικούς μου για να ταξιδέψω με τη δουλειά, μένω πάντα στα ίδια ξενοδοχεία. Η κάθε πόλη είναι για μένα, μεταξύ άλλων, το γνώριμο πρόσωπο στη ρεσεψιόν, το ίδιο τραπεζάκι του πρωινού, το παρόμοιο δωμάτιο στο ξενοδοχείο. Το κάθε ξενοδοχείο είναι ένα σπίτι μακριά από το σπίτι μου, το κάθε δωμάτιο του ίδιου ξενοδοχείου είναι μία – ίσως τεχνητή – θαλπωρή.
Κρήτη, δέκα χρόνια μετά
Πάνε δέκα ολόκληρα χρόνια από την τελευταία φορά που βρέθηκα σε εκείνα τα μέρη. Καθώς το καράβι έλυνε τα σχοινιά ορκίστηκα να μην ξαναγυρίσω ποτέ. Έπεσα έξω.
Τελευταία Νέα από το Νότο
Αν κανείς με ρωτήσει ποιο είναι το απωθημένο μου, μπορεί να δώσω χίλιες δυο απαντήσεις, αλλά στο νου μου θα έχω πάντα δύο μόνο λέξεις: Λατινική Αμερική.