Στην Ανδρομέδα και στην Τεχνόπολη

Μας είχε συνηθίσει αλλιώς. Μας τραγουδούσε για χρόνια στους πρόποδες του Κισσάβου. Τον περασμένο χειμώνα κούρδιζε την μπουζουκομάνα του ενώπιον ελαχίστων πιστών του στην Αγιά, κοντά στο Μεταξοχώρι. Το καλοκαίρι που μας πέρασε έκανε μία από τις ωραιότερες συναυλίες του στον Άγιο Βλάσση Πηλίου. Για χρόνια, οι επισκέψεις του στην Αθήνα γίνονταν σε περιφερειακούς αμφιθεατρικούς χώρους. Όπως και να το κάνουμε, ο Πεχλιβάνης στην Τεχνόπολη, λίγα μόλις μέτρα από την Ομόνοια, ήταν από μόνος του λόγος για να πας.

Μετά τη συναυλία του Σωκράτη Μάλαμα δύο βδομάδες πριν, όπου όσοι δεν είχαν εισιτήρια στήθηκαν σε μία ουρά που ξεκινούσε από την Τεχνόπολη κι έφτανε στο Νέο Μουσείο Μπενάκη, εμείς είχαμε προνοήσει. Φτάσαμε με τα εισιτήρια στο χέρι περίπου δύο ώρες πριν αρχίσει η συναυλία. Η παρέα, ετερόκλητη: Αν η μουσική του Θανάση Παπακωνσταντίνου ήταν σχολείο, κάποιοι ήμασταν επί πτυχίω, κάποιοι στο γυμνάσιο, και είχαμε μαζί μας κι ένα πρωτάκι.

Ο Μιχάλης δεν είχε ξαναακούσει ποτέ τον Παπακωνσταντίνου ζωντανά, πρόσφατα μυήθηκε στην παράξενη μουσική του («Μύρισε πλατανόφυλλα!», μου έλεγε με ενθουσιασμό στο τηλέφωνο ενώ από πίσω ακουγόταν ο Ήμερος Ύπνος), κι είχε μεγάλη περιέργεια. Παρατηρούσε τον κόσμο, ανησυχούσε μήπως δε γεμίσει ο χώρος, και μουρμούριζε τραγουδιστά «Δε μ’αναγνωρίζετε γιατί έλειπα καιρό» διαρκώς και ακατάπαυστα. Μαζί του είχε φέρει ένα μπουκάλι με τσίπουρο τριπλής απόσταξης. Το είχαμε τελειώσει πριν ο Παπακωνσταντίνου βγει στη σκηνή κι, επιτέλους, τον αναγνωρίσουμε κι ας έλειπε καιρό.

Θα το πω. Και το εννοώ. Δεν περίμενα καθόλου ότι ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου και η εξαιρετική δεκαμελής ορχήστρα του θα ταίριαζαν τόσο πολύ στο αστικό τοπίο. Είχα τις αμφιβολίες μου. Διαψεύστηκαν πλήρως. Τα ψηλά, κατακόκκινα φουγάρα της Τεχνόπολης, μαζί, βέβαια, με το φεγγάρι που γέμιζε από πάνω, έστησαν ένα παράξενο σκηνικό για τη μουσική του Παπακωνσταντίνου: από την αγαπημένη μου Ανδρομέδα και τον Πεχλιβάνη, μέχρι την Αλεξάνδρα (στην οποία η Ματούλα Ζαμάνη έδωσε ρεσιτάλ σκηνικής παρουσίας), την Ομίχλη του Ορφέα Περίδη και τις Χαραυγές του Γιάννη Χαρούλη, η συναυλία δε θα μπορούσε να είναι πιο ετερόκλητα μαγική.

Παρόλο που στεκόμασταν σχετικά μακριά, ακούσαμε το Δημήτρη Μυστακίδη να σαρώνει το Σ’ αφήνω, γεια με την ακουστική του κιθάρα, (ξανα)συγκινηθήκαμε με την Αγρύπνια κι ας μην είχαμε θέα τον Παγασητικό, τραγουδήσαμε όσο πιο δυνατά μπορούσαμε το Αερικό κι ας μην έρεαν δίπλα μας τα γάργαρα νερά, και θαυμάσαμε το μεγαλείο του Διάφανου, κι ας ήμασταν δίπλα στην άχαρη Πειραιώς. Ήταν όλα όπως έπρεπε.

Ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου χαρακτήρισε τη βραδιά από τις ευτυχέστερες της ζωής του. Ακόμη κι από εκεί που στεκόμουν, κάτω από το μεγάλο κόκκινο φουγάρο, μπορούσα να δω το ικανοποιημένο πλην όμως πάντοτε συνεσταλμένο χαμόγελό του.

Για το τέλος, κρατάω την ωραιότερη για μένα στιγμή της συναυλίας. Στις πρώτες νότες του Στυλίτη, ενός από τα ελάχιστα ερωτικά τραγούδια του Παπακωνσταντίνου, γύρισα στο Μιχάλη: «Ο Στυλίτης!» του είπα ξέπνοη από τη χαρά και το τσίπουρο «Δεν είναι από τα γνωστά του, άκου το! Είναι τέλειο!» Με κοίταξε πονηρά. Το πρωτάκι ήταν πολύ καλά διαβασμένο: Τραγουδήσαμε όλο το ντουέτο του Στυλίτη μαζί.

[Οι φωτογραφίες της ανάρτησης από τη βραδιά προέρχονται από την ιστοσελίδα του Θ. Παπακωνσταντίνου στο facebook.]

2 σκέψεις σχετικά με το “Στην Ανδρομέδα και στην Τεχνόπολη

Σχολιάστε