Οι ρετσίνες του βασιλιά

zourgos_vasilias-patakisΗ πρώτη μου επαφή με το έργο του Ισίδωρου Ζουργού έγινε με το τελευταίο του μυθιστόρημα, Οι Ρετσίνες του Βασιλιά, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Πατάκη. Έχουν περάσει αρκετές ημέρες από τότε που τελείωσα το βιβλίο, και ακόμα δεν έχω καταλήξει οριστικά πώς μου φάνηκε.

Εξηγούμαι: το βιβλίο είχε προτερήματα και προβλήματα. Όλα μου φάνηκαν σημαντικά.

Στα υπέρ:

  • Το δυνατό χαρτί του Ζουργού εδώ δεν είναι άλλο από το μεγάλο ζητούμενο σε όλα τα μυθιστορήματα, το να σε μεταφέρει δηλαδή σε έναν άλλο κόσμο. Σε αυτό οι Ρετσίνες του Βασιλιά παίρνουν σχεδόν άριστα δέκα, ίσως χωρίς τόνο λόγω σχετικής φλυαρίας αλλά αυτό θα το δούμε παρακάτω. Πράγματι, το βιβλίο σε μεταφέρει στο απομακρυσμένο χωριό στο οποίο ο ηλικιωμένος ήρωας, Λεόντιος Έξαρχος, μετακομίζει για να ξεπεράσει το χαμό της γυναίκας του και την πρόσφατη αποξένωση από τις τρεις του κόρες. Διαβάζοντας, νομίζεις πως βρίσκεσαι πράγματι στο πετρόχτιστο σπίτι, στο καφενείο του χωριού, στη χειμωνιάτικη παραθαλάσσια κωμόπολη, πως πίνεις και εσύ ρετσίνα και τρως αυγά με γραβιέρα, πως μυρίζεις το τζάκι και ακούς τις φυλλωσιές κάτω από τα πόδια σου. Δεν είναι αμελητέο.
  • Οι διάλογοι είναι αρκετά καλογραμμένοι.

Στα κατά:

  • Το βιβλίο μακρηγορεί. Θα μπορούσε να είναι 50 σελίδες λιγότερο.
  • Ίσως πρόκειται για ένα κείμενο κάπως υπερβολικά, πώς να το πω; Λυρικό; (πχ «Τα κλαδιά της, υψωμένα σα χέρια χορεύτριας, προσκαλούσαν τον έναστρο ουρανό να την προσέξει.», σελ 208, και άλλα πάμπολλα παρόμοια).
  • Οι διακειμενικές αναφορές  – εν προκειμένω στο Σαίξπηρ και στο Βασιλιά Ληρ – είναι άκομψες. Οκ, δεν είναι ανάγκη να διαβάζουμε κάθε τρεις και λίγο ότι ο Έξαρχος ήταν «βασιλιάς του κάστρου του», το καταλάβαμε. Δεν είναι ανάγκη οι τρεις κόρες να είναι σχεδιασμένες πάνω στη Γονερίλη, τη Ρεγάνη και την Κορδέλια, ενώ ο Μασούρης, ο τρελός του χωριού, να περιπλανιέται και να χάνεται στα δάση ακριβώς σαν το Γελωτοποιό. Οι αναφορές είναι όμορφο να είναι πιο πλάγιες ώστε αναγνώστης να τις αναζητά και να τις ανακαλύπτει μόνος του.
  • Οι επιστολές του Έξαρχου στη σύζυγο και τις κόρες του δεν είναι καθόλου ρεαλιστικές. Θα μου πείτε, έπρεπε; Και θα σας απαντήσω πως κανείς πατέρας δεν θα έγραφε στην κόρη του τη φράση «Ορμή της νιότης κι ένας πόθος απερίγραπτος να μπαίνω στα σκέλια της και να σπαρταράω ως την τελευταία σταγόνα» (σελ. 360). Κάνω λάθος;

Το χειρότερο:

  • Το τέλος. Τι ήταν αυτό; Γιατί έπρεπε να είναι τόσο απότομο, τόσο τηλεοπτικά δραματικό, τόσο εξοργιστικά ασύνδετο με το υπόλοιπο μυθιστόρημα; Για να είναι πιστό στον Ληρ; Μα, άμα θέλαμε να διαβάσουμε το Ληρ, θα διαβάζαμε τον ίδιο το Ληρ. Τώρα αποφασίσαμε να διαβάσουμε κάτι άλλο. Κάκιστο, απογοητευτικό τέλος.

Πόρισμα:

  • Πέρα από το Βασιλιά Ληρ, ο συγγραφέας αντλεί από Μ. Καραγάτση, Ζυράννα Ζατέλη, και άλλους συγγραφείς. Βρήκα αυτά τα δάνεια ωραιότερα από του Σαίξπηρ.
  • Θα δώσω άλλη μία ευκαίρια στον Ισίδωρο Ζουργό, ίσως με το πέμπτο του βιβλίο, την Αηδονόπιτα. Αλλά εν καιρώ.

3 σκέψεις σχετικά με το “Οι ρετσίνες του βασιλιά

  1. Τα ίδια ακριβώς (εκτός από τις αναφορές στον βασιλιά Ληρ προφανώς) θα μπορούσαν να έχουν γραφτεί για τις χιλίες κ μια ιστορίες – το τελευταίο δικό του που διάβασα. Εκνευριστική λυρικότητα, τέλος σαπουνόπερας, φλυαρία. Για μένα κάποιος θα έπρεπε να διαβάασει την σκιά της πεταλούδας (σκιαγράφηση ολόκληρου του ελληνικού 20ου αιώνα) και κάπου εκεί να προχωρήσει παρακάτω.

  2. Για το τέλος του βιβλίου θα συμφωνήσω απόλυτα. Ακόμα προσπαθώ να το χωνέψω. Εν ολίγοις, δεν είμαι ακόμα σίγουρος αν τελικά Οι ρετσίνες του βασιλιά μου άρεσαν ή όχι. Σίγουρα είναι κατώτερο των προηγούμενων πονημάτων του.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s