«Ήμουν 14 όταν δολοφονήθηκα, στις 6 Δεκεμβρίου του 1973.»

Το 2002, όταν κυκλοφόρησε το The Lovely Bones της τότε 40χρονης Alice Sebold, ο εκδοτικός οίκος Little, Brown and Company έπεσε από τα σύννεφα: Ένα βιβλίο προγραμματισμένο να πουλήσει λίγες χιλιάδες αντίτυπα παρέμεινε για περισσότερο από ένα χρόνο στη λίστα των bestseller των New York Times, προβληματίζοντας ιδιαίτερα τους βιβλιοκριτικούς των ObserverGuardian και New York Times, ενώ κάποιοι έσπευσαν να το συγκρίνουν με το κλασικό πλέον To Kill a Mockingbird της Harper Lee.  Τι συνέβαινε με το The Lovely Bones;

Η πρωτοπρόσωπη μετά θάνατον αφήγηση της 14χρονης Susie είναι σίγουρα ένας από τους λόγους για το θόρυβο αυτό. Επιστρέφοντας από το σχολείο ένα βράδυ του Δεκεμβρίου, η Susie βιάζεται άγρια, δολοφονείται και τεμαχίζεται από ένα γείτονα υπεράνω κάθε υποψίας. Το διαμελισμένο σώμα της κρύβεται εκεί όπου κανείς δε θα μπορέσει ποτέ να το βρει.

Οι λεπτομερείς περιγραφές του περιστατικού από το ίδιο το θύμα, ένα ανήλικο κορίτσι, το οποίο είναι και το μόνο που γνωρίζει την αλήθεια, οι προσπάθειες να συμφιλιωθεί πρώτα η ίδια με το χαμό της κι εν συνεχεία να βοηθήσει τους δικούς της να τον ξεπεράσουν, οι περιγραφές του Παραδείσου, στον οποίο και καταλήγει – το The Lovely Bones είναι πράγματι ένα ιδιαίτερο βιβλίο.

Η Alice Sebold

Η αλήθεια είναι ότι λίγοι συγγραφείς εκτός της Sebold θα πραγματεύονταν την ανατριχιαστική θεματική του βιασμού και της στυγερής δολοφονίας μίας έφηβης με τόσο γλυκό τρόπο – ναι, γλυκό: Η μικρή Susie κλείνει τους λογαριασμούς με τα αδέρφια και τις φίλες της, παλεύει να συμφιλιώσει τους αποξενωμένους γονείς της, να εκφράσει για μία και μοναδική φορά τον έρωτα για τον όμορφο συμμαθητή της. Η αλήθεια, επίσης, είναι ότι ακόμη λιγότεροι συγγραφείς εκτός της Sebold θα καταπιάνονταν με το θέμα του Παραδείσου, θα περιέγραφαν με λεπτομέρεια μία άθεη ουτοπία, θα τολμούσαν να τον αντιπαραθέσουν με την επίγεια, εγκληματική κόλαση.

Το The Lovely Bones κυκλοφόρησε στα ελληνικά το 2010 από τις εκδόσεις Λιβάνη, σε μετάφραση Σοφίας Μαριάτου. Αν και συγγενικός με τον πρωτότυπο, ο ελληνικός τίτλος, Τα Παραδεισένια Οστά, δεν με έπεισε. Αναρωτιέμαι, μάλιστα, πώς απέδωσε η μεταφράστρια το όμορφο απόσπασμα από το οποίο προέρχεται ο τίτλος της Sebold:

These were the lovely bones that had grown around my absence: the connections—sometimes tenuous, sometimes made at great cost, but often magnificent—that happened after I was gone. And I began to see things in a way that let me hold the world without me in it. The events my death brought were merely the bones of a body that would become whole at some unpredictable time in the future. The price of what I came to see as this miraculous lifeless body had been my life.

Η ομώνυμη ταινία η οποία προέκυψε από το βιβλίο, τη σκηνοθεσία της οποίας υπογράφει ο Peter Jackson (σκηνοθέτης μίας από τις γνωστότερες κινηματογραφικές μεταφορές, αυτής του Άρχοντα των Δαχτυλιδιών) και στην οποία πρωταγωνιστεί η νεαρή Saoirse Ronan (πρωταγωνίστρια στην κινηματογραφική μεταφορά της Εξιλέωσης), δεν απέσπασε θετικές κριτικές. Πιο γλυκανάλατο από το βιβλίο, με παλ ψυχεδελικές απεικονίσεις του Παραδείσου (που προσωπικά μου θύμισαν μία από τις χειρότερες ταινίες που είδα ποτέ), το The Lovely Bones είναι μία ακόμη περίπτωση από τις πολλές εκείνες όπου δικαιωμένος αναφωνείς «Το βιβλίο ήταν πολύ καλύτερο από την ταινία!’

Για του λόγου το αληθές¨

Υ.Γ.: Μπορεί η ταινία να μην είναι καλή, το βιβλίο διφορούμενο, αλλά το soundtrack της ταινίας έχει μερικά αδιαμφισβήτητα ωραία κομμάτια. Όπως αυτό εδώ:

 

6 σκέψεις σχετικά με το “«Ήμουν 14 όταν δολοφονήθηκα, στις 6 Δεκεμβρίου του 1973.»

  1. Αν μου είχε πέσει (για μετάφραση) το λαχείο-βιβλίο ίσως να ‘χα διαλέξει κάτι τύπου «Και κάπως έτσι το κενό γύρω από την απουσία μου είχε πάρει σάρκα και οστά, χάρη στις συνδέσεις […] που είχαν δημιουργηθεί μετά το θάνατό μου». (Κράτα με γιατί θα συνεχίσω και δεν πρέπει, έχω δουλειά). Ίσως βέβαια να είχα κολλήσει στο γρίφο του τίτλου μετά και να ‘χα επιστρέψει σε κάτι πιο πιστό. Ωραίο γρίφο έβαλες, αυτό θα σκέφτομαι όλη την υπόλοιπη μέρα…

  2. Το βιβλίο είναι ψηλά στη λίστα με τα επόμενα διαβάσματα…
    Εμένα άλλη είναι η απορία μου: είναι αλήθεια μία από τις χειρότερες ταινίες που έχεις δει ποτέ το What dreams may come; Care to elaborate?

    1. Ναι, δυστυχώς είναι. Και από τις λίγες στις οποίες έφυγα λίγο πριν το τέλος. Η κατάδυση στους πίνακες της νεκρής συζύγου δε λειτούργησε καθόλου για μένα, τόσο ως θεματική όσο και εικαστικά.

  3. Για να υποστηρίζεις πως η ταινία δεν ήταν καλή, φαντάζομαι πως αυτό το βιβλίο θα είναι όντως υπέροχο. Κι αυτό γιατί η ταινία μου άρεσε. Ναι, κλασσικά τις περισσότερες φορές το βιβλίο είναι καλύτερο απ’ την ταινία. Πώς γίνεται να αποτυπώσεις με τα μάτια ενός ανθρώπου αυτά που μπορεί η σκέψη; Είναι τουλάχιστον δύσκολο. Όμως με έβαλες σε πειρασμό να το διαβάσω. Θα προτιμούσες να αγόραζα την αγγλική έκδοση ή την ελληνική; Διότι απ’ότι κατάλαβα η ελληνική πρέπει να χωλαίνει λίγο..

    1. Εάν μπορείς να διαβάσεις το πρωτότυπο, σίγουρα να το προτιμήσεις. Κρίνοντας από τον τίτλο, η ελληνική μετάφραση δε θα ήταν του γούστου μου.
      Η ταινία δεν αποδίδει την αγωνία – η οποία μεταδίδεται στον αναγνώστη – της δικαίωσης, η οποία είναι βασικό χαρακτηριστικό της ατμόσφαιρας του βιβλίου.

Αφήστε απάντηση στον/στην Don't Ever Read Me Ακύρωση απάντησης