«Και, δηλαδή, για να καταλάβω, έγραψες καλά λόγια για τις Διορθώσεις;!»

«To Freedom; Πάρε κάτι άλλο παιδάκι μου να διαβάσεις στις διακοπές! Δε σε λυπάσαι;» Κοιτούσα όλο έκπληξη κι απορία.

Χτες, λοιπόν, γνώρισα τον πρώτο άνθρωπο που δεν του άρεσαν οι Διορθώσεις. Καθόλου. Μου είπε ότι το θέμα είναι τετριμμένο, ότι κάνει κοιλιά, ότι έχασε τον μπούσουλα από το τέλος της πρώτης αφήγησης για τον Chip μέχρι την αρχή της επόμενης.

«Έχεις blog;¨μου είπε. «Και, δηλαδή, για να καταλάβω, έγραψες καλά λόγια για τις Διορθώσεις;» ¨Ναι», ψέλλισα εγώ. Λίγο ακόμη, και θα ζητούσα ταπεινά συγγνώμη. Γονυπετής.

Κατά βάθος όμως χάρηκα. Γιατί, για πρώτη φορά, οι Διορθώσεις έγιναν ένα βιβλίο αμφιλεγόμενο. Ο Νίκος «βαρέθηκε» το βιβλίο-αποκάλυψη της περασμένης χρονιάς για μένα: Το βρήκε «επαναλαμβανόμενο», «φτάνει πια με το κυνήγι του μεγάλου αμερικανικού μυθιστορήματος», «όλοι για αυτό γράφουν». Σχεδόν μαζοχιστικά μου άρεσε να τον ακούω. Είχα ένα σωρό σκέψεις να μοιραστώ, άλλες τις άρθρωσα και άλλες όχι, είχα ένα σωρό επιχειρήματα να αντιτάξω, άλλα τα προέβαλα και άλλα όχι. Βασικά, μου άρεσε να τον ακούω. Το απολάμβανα.

«Ό,τι είπε ο Φράνζεν σε αυτό το βιβλίο το έχουν πει άλλοι τόσοι πριν από αυτόν. Έχεις διαβάσει Ροθ; Έχεις διαβάσει Όστερ; Ε, τα έχουν πει όλα». Εις μάτην προσπάθησα να πω ότι οι Διορθώσεις είναι πολλά βιβλία σε ένα, ότι ναι, το hype του ήταν και είναι μεγάλο και ίσως το έβλαψε, αλλά ότι οι χαρακτήρες είναι τόσο σοφά σχεδιασμένοι, η δομή τόσο υποδειγματική. Ο Νίκος με κοιτούσε λες και του έλεγα ότι μου αρέσει να φοράω μπότες κατακαλόκαιρο μόνο και μόνο επειδή είναι της μόδας.

«Εντάξει μωρέ, δεν είναι κακό, είναι απλά ένα μέτριο βιβλίο που έγινε μόδα». «Μέτριο!;!». «Ναι. Ξεκόλλα από όσα γράφουν όλοι, αν δεν τα είχαν γράψει δε θα σου άρεσε τόσο». Τον άκουγα και σκεφτόμουν ακριβώς αυτό: πως αν οι Διορθώσεις δεν ήταν στη μόδα, αν δεν ήταν (και καλά) talk of the town τελευταία, τότε θα μου άρεσαν ακόμα περισσότερο.

Πρόσφατα, σε μία άλλη κουβέντα με ένα φίλο που δεν έχει διαβάσει το βιβλίο («Τυχερός είσαι», του έλεγα με ενθουσιασμό δεκάχρονου μπροστά στο κέικ σοκολάτας «τυχερός που πρόκειται να το διαβάσεις!»), προσπαθούσα να πω ότι θα προτιμούσα να ήμουν η μόνη που είχε ανακαλύψει το βιβλίο σε κάποιο εναλλακτικό βιβλιοπωλείο. Θα προτιμούσα να μη μιλάνε όλοι για αυτό. Να μην το ξέρουν όλοι. Να είναι το μικρό μου μυστικό. Το εννοούσα.

Πλάκα είχε χτες βράδυ. Είχα καιρό να διαφωνήσω με κάποιον για κάτι που να μην αφορά την κρίση, την κατάντια μας, τη οικονομία, το δίλημμα «μένω-φεύγω». Να διαφωνήσω με πάθος για ένα βιβλίο. Ένα βιβλίο.

Υ.Γ.: Χτες ήταν τα γενέθλια της Δ. Κάθε χρόνο της κάνω δώρο βιβλία. Πέρσι της έδωσα το Wolf Hall της Hilary Mantel. Φέτος της πήρα δύο βιβλία. Μετά από τα τόσα σχόλια στην προχτεσινή ανάρτηση, το ένα ήταν το Extremely Loud and Incredibly Close του Jonathan Safran Foer. Δεν το έχω διαβάσει ακόμα αλλά θα το κάνω. Το δεύτερο ήταν το Σώμα με Σώμα του Ηλία Μαγκλίνη. Το διάβασα μετά την Ανάκριση και το βρήκα πάρα πολύ καλό. Ελπίζω η Δ. να συμφωνήσει μαζί μου.

 

13 σκέψεις σχετικά με το “«Και, δηλαδή, για να καταλάβω, έγραψες καλά λόγια για τις Διορθώσεις;!»

  1. Πάντως τα σχόλια αυτά περί τετριμμένου και επαναλαμβανόμενου τα έχω διαβάσει κι εγώ σε διάφορα μπλογκ βιβλιόφιλων ή σε threads συζητήσεων για το βιβλίο.

    (Go figure! 😉

  2. O αριθμός των ιστοριών που διηγήται ο άνθρωπος από την αρχή της ύπαρξής του είναι πεπερασμένος. Οι ιστορίες είναι πλέον ιδίες. Απλά αλλάζει ο τρόπος που τις λέμε.

    Δεν ασχολούμαι καθόλου με το τι είναι μόδα και τι όχι στη λογοτεχνία. Δεν διαβάζω κριτικές, στήλες εφημερίδων, ενημερώνομαι πολύ αποσπασματικά και ο τρόπος που διαλέγω τι θα αγοράσω είναι σχεδόν σπασμωδικός (μόνο στις λίστες του Booker δείχνω μια προτίμηση).

    Το Corrections ήταν μεγάλο μυθιστόρημα. Το μόνο που ήξερα γι’αυτό όταν το έπιασα στα χέρια μου ήταν ότι σου άρεσε πολύ.

  3. Δεν διάβασα την προηγούμενη ανάρτηση, αλλά αντιλαμβάνομαι από αυτήν εδώ ότι σου πρότειναν το Incredibly Close blah blah.
    Θυμάσαι τότε που λέγαμε για το βιβλιοπωλείο στο αεροδρόμιο της Κοπεγχάγης; Ε, εκεί είχα αγοράσει κι αυτό, έπειτα από σύσταση.
    Ήταν μια απογοήτευση 😦
    Τόσα πράγματα για ένα απλό βιβλίο. Δεν το βρήκα ξεχωριστό.

  4. Εγώ πάλι, ντρέπομαι που το ομολογώ, αλλά τείνω να συμφωνήσω με τη γνώμη του φίλου σου…όχι τόσο ότι το θεωρούν καλό, επειδή έγινε ντόρος, όσο το ότι έχασε τον μπούσουλα. Μία από τα ίδια … μπερδεύτηκα, σε μερικά σημεία με κούρασε, πάνω που άρχισα να βυθίζομαι στην πλοκή, πάλι κάτι γινόταν και πλατύαζε … γνώμη μου προσωπική πάντα … Ενώ το «Ελευθερία» το βρήκα σούπερ (για αυτόν το λόγο βασικά, αγόρασα μετά να διαβάσω και το «Διορθώσεις»…). Γιατί μου άρεσε τόσο το «Ελευθερία»… Τελικά, τα γούστα είναι τελείως υποκειμενικά

      1. Αγιάτη, επανέρχομαι μετά από πολύ καιρό σε αυτό σου το ποστ, για να σου πω κάτι που μάλλον θα σε χαροποιήσει 🙂 Μετά από πολύ πολύ καιρό ξανάπιασα τις «Διορθώσεις» (κάτι μ’έτρωγε) για μια δεύτερη ανάγνωση. Είχες δίκιο. Είναι πραγματικά ένα «μεγάλο» βιβλίο. Τι να πω…ίσως να ήταν λάθος η χρονική στιγμή που το πρωτοδιάβασα 😉

  5. Πρώτο μου σχόλιο σε αυτό το blog (γενικά τα αποφεύγω – τα σχόλια, όχι τα blogs), έχω κυριολεκτικά «χαθεί» σε αυτό τις τελευταίες 2-3 μέρες, από τότε που το ανακάλυψα. Οι εναλλαγές των ποστ είναι ενδιαφέρουσες, επιπλέον με πείθει ο τρόπος που γράφεις και τα πράγματα που διαλέγεις να φωτίσεις. Γι’αυτό και κατέβασα ήδη στο kindle το Canada και το The Corrections, και χτίζω εκτενέστερη wish-list. Θα σου πω τη γνώμη μου όταν τα διαβάσω (προς τα παρόν έχω καναδυό άλλα ξεκινημένα – το κάνω κι εγώ αυτό με την παράλληλη ανάγνωση 🙂 ). Είμαι επίσης εξαιρετικά ανακουφισμένη από το επίπεδο των σχολίων, γιατί έχουν δει πολλά τα μάτια μας. Εύχομαι να βρίσκεις πάντα το χρόνο και τη διάθεση να μοιράζεσαι βιβλία, μουσικές, ταξίδια και εμπειρίες. (Συγγνώμη για τον ενικό, ο κυβερνοχώρος συχνά επιβάλλει μια αδικαιολόγητη ίσως οικειότητα.)

    1. Καλώς ήρθες κι ευχαριστώ ειλικρινά για το ωραίο σχόλιο!
      Περιμένω ενημέρωση για το πώς σου φάνηκαν το Canada και το Corrections, καθώς και ό,τι άλλες προτάσεις έχεις, αν έχεις.
      Σχετικά με το επίπεδο των σχολίων, σπάνια έχει χρειατσεί να σβήσω, νομίζω σχεδόν ποτέ. Γι’ αυτό κι έχω καταλήξει στο ότι όταν το κοινό ανάμεσα στους ανθρώπους είναι το βιβλίο η συναναστροφή γίνεται εξ ορισμού ευγενέστερη.
      Ευχαριστώ και πάλι, και για τον ενικό!

Αφήστε απάντηση στον/στην Don't Ever Read Me Ακύρωση απάντησης